Δευτέρα 28 Μαΐου 2012


 ZAPATISTAS
"ΛΕΞΕΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ, ΜΥΘΟΙ, ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ... ΑΠ'ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ "



Το κίνημα των Ζαπατίστας ξεκίνησε, ως τέτοιο, την δράση του το 1994 (παρόλο που ο EZLN   έχει ήδη συγκροτηθεί από ένα μικρό πυρήνα επαναστατών από τις 17 Νοέμβρη του 1983). Ιθαγενείς στην πλειοψηφία τους, κηρύσσοντας τον πόλεμο στη μεξικάνικη κυβέρνηση . Η εξέγερση ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου του 1994 όταν κατέλαβαν την πρωτεύουσα του ομόσπονδου μεξικανικού κρατιδίου Τσιάπας το Σαν Κριστόμπαλ δε λας Κάσας. Σταδιακά η εξέγερση επεκτάθηκε και σε άλλες πολιτείες στο νότιο Μεξικό. Δώδεκα μέρες μετά, η σιγή των όπλων έδωσε τη θέση της στη δύναμη του λόγου που άρχισε να κατακλύζει τις εφημερίδες, το διαδίκτυο, τα έντυπα. Οι Ζαπατίστας ζητούν για λογαριασμό των ιθαγενών Ινδιάνων να ζήσουν ελεύθεροι χωρίς διώξεις, γη για να καλλιεργήσουν και να πάψουν να αποτελούν το περιθώριο της μεξικανικής κοινωνίας. Ο ρατσισμός και η έλλειψη στοιχειωδών συνθηκών διαβίωσης, αλλά πάνω από όλα η πείνα, είναι οι κύριες αιτίες που όπλισαν το χέρι των ιθαγενών αγροτών που απαρτίζουν τον Στρατό των Ζαπατίστας (ΕΖLN). Εκπρόσωπος και οργανωτής του κινήματος είναι ο Subcomandante Marcos. Ο «υποδιοικητής» όπως αυτοαποκαλείται, αφού διοικητής σύμφωνα με τον ίδιο τον Μάρκος είναι ο λαός. 

Ο Μάρκος έχει γράψει πάνω από 200 δοκίμια και ιστορίες και έχει εκδόσει 21 βιβλία με τις πολιτικές και φιλοσοφικές του απόψεις. Είναι ξεκάθαρη ωστόσο η στόχευσή του στα γραπτά του, όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου του «Όπλο μας οι Λέξεις», μια συλλογή άρθρων, ποιημάτων, λόγων και γραμμάτων. Σε γράμμα του τον Ιανουάριο του 2003 στη βασκική ΕΤΑ, αναφέρει: Διδάσκουμε τα παιδιά ότι υπάρχουν τόσες λέξεις όσα και χρώματα και ότι υπάρχουν τόσες πολλές σκέψεις επειδή μέσα τους βρίσκεται ο κόσμος που γεννιούνται αυτές οι λέξεις. Και τα διδάσκουμε να μιλούν τη γλώσσα της αλήθειας, να μιλούν δηλαδή με την καρδιά τους. Επιλέγοντας έναν μεταφορικό, ειρωνικό και αντιιεραρχικό λόγο οι Ζαπατίστας αποστασιοποιούνται πλήρως από τον παραδοσιακό «υπηρεσιακό αριστερό λόγο της εξέγερσης και τα κλασικά στρατευμένα κείμενα της Λατινικής Αμερικής, απομυθοποιούν τον μεσσιανισμό μιας κουλτούρας αντίστασης που είναι επίσημη, αυστηρή και δογματική, και απορρίπτουν το λεξιλόγιο της θυματοποίησης. Ένας άλλος λόγος, διαφορετικός: αυθεντικός, ποιητικός, πολύ "ιθαγενικός", με ποικίλες κοινωνικές και πολιτιστικές αναφορές, ένας λόγος απαγορευμένος από την εξουσία για περισσότερα από 500 χρόνια, ένας λόγος που διηγείται τον πόνο και την ελπίδα των ιθαγενών κοινοτήτων εκφράζοντας μια διαφορετική αντί΄ληψη για τη ζωή και την επανάσταση. Τα κείμενα των Ζαπατίστας, με τις πολυάριθμες εκδόσεις ανά τον κόσμο –πράγμα πρωτόγνωρο για έναν λόγο που προέρχεται από ένα κίνημα ανταρτών, διακρίνονται για την πολυμορφία τους: κάποια συνιστούν δοκίμια αντίστασης και αγώνα, άλλα παρέχουν ενημέρωση για την κατάσταση στην Τσιάπας, άλλα αναλύουν τις συνέπειες τις νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και άλλα περιλαμβάνουν ιστορίες με συμβολικές εικόνες, μύθους ιθαγενών, παραθέσεις και ποιήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Όμως, παρά την διαφορετικότητα του περιεχομένου τους, όλα υπηρετούν το πολιτικό πρόταγμα των Ζαπατίστας και των ιθαγενών και προωθούν τα αιτήματά τους.


Οι πρώτες προσπάθειες δημόσιας έκφρασης του λόγου των ιθαγενών γίνονται τη δεκαετία του 70, στο Συνέδριο των Ιθαγενών της Τσιάπας. Ως τότε ο ιθαγενής αποτελούσε απλώς την "πρώτη ύλη" του ανθρωπολόγου ή του γωσσολόγου,  ο οποίος παραποιούσε την πραγματική εικόνα του πρώτου. Η παραποιημένη εικόνα ήταν εύκολα αφομοιώσιμη από το σύστημα, ενώ ταυτόχρονα εξυπηρετούσε τα σχέδια του για μια πιο αποδοτική προώθηση του πολιτιστικού και τουριστικού "προιόντος " του. Η κουλτούρα και η ιστορία της αντίστασης των ιθαγενών του Μεξικού, και συγκεκριμένα της Τσιάπας, απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας και κατάκτησης, "ντύθηκε με διάφορα ονόματα, χρώματα και εθνικότητες" και διαφυλάχτηκε μέσα από τους μύθους. Οι μύθοι, ως έκφραση και αυτοαπεικόνιση ενός λαού, οι κοινοτικές συνελεύσεις, οι θρησκευτικές τελετές, η γλώσσα, η ιδιαίτερη σχέση με τη φύση αποτέλεσαν ένα διαφορετικό είδος αγώνα, στον οποίο η συλλογική χρήση των συμβόλων συνιστά το στοιχείο που προσδίδει τον χαρακτήρα της συλλογικής ταυτότητας. 

Επανερχόμενοι στα κείμενά των Ζαπατίστας, στο υλικό αυτό περιλαμβάνονται και τα παιγνιώδη παραμύθια του Ντουρίτο, ενός σκαθαριού, τα οποία διαμορφώνονται με δάνεια από τη σύγχρονη δυτική κουλτούρα, ανακαλώντας τη λογοτεχνία της παρωδίας. Οι ιστορίες αυτές μοιάζουν να απευθύνονται σε ένα λιγότερο «εξοικειομένο» κοινό, αφού οι αναφορές του είναι πιο «διεθνιστικές». Όταν ο Ντουρίτο εμφανίζεται για πρώτη φορά, μελετά τις στρατηγικές του νεοφιλελευθερισμού στη Λατινική Αμερική, από ατομικό συμφέρον, θέλοντας να μάθει σε πόσο χρόνο θα ηττηθεί ο νεοφιλελευθερισμός, για να εξαφανιστούν από τη ζούγκλα οι μπότες των στρατιωτών που τον απειλούν καθημερινά. Η μορφή του Ντουρίτο ταυτίζεται με κάθε περιθωριοποιημένη ομάδα του κόσμου, ανάλογα με τα βιώματα και τους ορίζοντες του κάθε αναγνώστη. Από την άλλη πλευρά, ο μικρός Ντουρίτο συνδέεται με τη γνώση και τη σοφία: είναι ο διανοούμενος των ανακοινώσεων, από το στόμα του οποίου προέρχονται τα διδακτικά κομμάτια, όπως τα μαθήματα και οι διαλέξεις. Επιπλέον, η καινοτομία, η ανατροπή, η τρέλα και η απουσία επιθυμίας των Ζαπατίστας για την κατάκτηση της εξουσίας βρίσκουν το ισοδύναμό τους στις ηρωικές και απερίσκεπτες πράξεις του μικρού σκαθαριού . 





Ο ΝΤΟΥΡΙΤΟ ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΡΕΚΛΕΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Η στάση που υιοθετεί ένας άνθρωπος απέναντι στις καρέκλες είναι αυτή που τον προσδιορίζει πολιτικά. Ο Επαναστάτης (έτσι, με κεφαλαίο γράμμα) κοιτάζει με περιφρόνηση τις κοινές καρέκλες και λέει στους άλλους και τον εαυτό του: «Δεν έχω χρόνο για να καθίσω, η δύσκολη αποστολή που μου έχει αναθέσει η Ιστορία (έτσι, με κεφαλαίο) δεν μου επιτρέπει να αποσπάται η προσοχή μου με σαχλαμάρες». Έτσι περνάει η ζωή του, μέχρι που φτάνει μπροστά στην καρέκλα της Εξουσίας, ρίχνει κάτω με μια σφαίρα αυτόν που είναι εκεί, κάθεται ο ίδιος και με συνοφρυωμένο ύφος, σαν δυσκοίλιος, λέει στους άλλους και τον εαυτό του: « Η Ιστορία (έτσι, με κεφαλαίο) έχει τελειώσει. Όλα έχουν νόημα πια, τα πάντα. Εγώ είμαι στην Καρέκλα (έτσι, με κεφαλαίο) και είμαι ο κολοφώνας του χρόνου». Συνεχίζει να κάθεται λοιπόν, μέχρι που έρχεται ένας άλλος Επαναστάτης (έτσι, με κεφαλαίο), τον ανατρέπει και η ιστορία (έτσι, με πεζό) επαναλαμβάνεται.

Ο εξεγερμένος (έτσι, με πεζό γράμμα), αντίθετα, όταν κοιτάζει μια κοινή και συνηθισμένη καρέκλα, την εξετάζει προσεκτικά και μετά πηγαίνει και φέρνει δίπλα της μια άλλη καρέκλα, κι άλλη, κι άλλη, και σε λίγο όλο αυτό μοιάζει με καφενείο, γιατί έχουν έρθει κι άλλοι εξεγερμένοι (έτσι, με πεζό) και υπάρχει σε αφθονία ο καφές, ο καπνός και ο λόγος, και τότε, ακριβώς όταν όλοι έχουν αρχίσει να κάθονται άνετα, τους πιάνει μια ανησυχία, σαν να έχουν σκουλήκια, χωρίς να ξέρουν όμως αν αυτό οφείλεται στον καφέ, τον καπνό ή τον λόγο, κι έτσι σηκώνονται όλοι και συνεχίζουν τον δρόμο τους, μέχρι να συναντήσουν μια άλλη κοινή και συνηθισμένη καρέκλα, και η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Μόνο που υπάρχει μια παραλλαγή: όταν ο εξεγερμένος πέσει πάνω στην Καρέκλα της Εξουσίας (έτσι, με κεφαλαία), την κοιτάζει προσεκτικά, την εξετάζει, αλλά αντί να κάτσει, παίρνει μια λίμα, από αυτές για τα νύχια, και με ηρωική υπομονή λιμάρει τα πόδια της μέχρι να καταφέρει να γίνουν τόσο εύθραυστα ώστε να σπάσουν όταν καθίσει κάποιος, πράγμα που συμβαίνει σχεδόν αμέσως. Ταν ταν.
-Ταν ταν; Μα Ντουρίτο…
-Τίποτα, τίποτα. Ξέρω ότι αυτό είναι πολύ στείρο και η θεωρία πρέπει να είναι βελούδινη, αλλά η δική μου είναι μεταθεωρία. Μπορεί να με κατηγορήσουν για αναρχικό, αλλά ας χρησιμεύσει η έκθεσή μου ως ταπεινός φόρος τιμής στους παλιούς ισπανούς αναρχικούς, των οποίων τον ηρωισμό αποσιωπούν κάποιοι, αλλά αυτό δεν μειώνει το μεγαλείο τους.

Από τα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού
12 Οκτωβρίου 2002



Ο ΝΤΟΥΡΙΤΟ ΚΑΙ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΡΩΓΜΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΚΡΑΦΙΤΙ


ΛΕΕΙ Ο ΝΤΟΥΡΙΤΟ ότι οι ισχυροί έφτιαξαν τον κόσμο επίπεδο. Με τη βία των πολέμων, του θανάτου και της καταστροφής, τον ισοπέδωσαν, αναγκάζοντάς τον να χάσει τη στρογγυλότητά του. 

«Και όχι μόνο», λέει ο Ντουρίτο. «Αφού οι ισχυροί ισοπέδωσαν τον κόσμο, τον τοποθέτησαν έτσι που να μοιάζει με τοίχο, χωρίζοντας τη μία πλευρά από την άλλη. 

Αλλά δεν είναι ένας τοίχος όπως αυτοί που ξέρουμε. Όχι. Είναι ένας τοίχος οριζόντιος. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει μόνο η μία και η άλλη πλευρά, αλλά επίσης η πάνω και η κάτω».

Λέει ο Ντουρίτο ότι από την πάνω πλευρά του τοίχου ζουν οι ισχυροί, σε εντυπωσιακά παλάτια, με πολυτελή αυτοκίνητα, μεγάλους κήπους, πισίνες, ψηλά κτίρια. Λέει ο Ντουρίτο ότι εκεί πάνω υπάρχει πολύς χώρος και λίγος κόσμος. Λίγος, πολύ λίγος.

«Από την κάτω πλευρά του τοίχου», λέει ο Ντουρίτο, «ζει ο κοινός και συνηθισμένος κόσμος, μένει σε ταπεινά σπίτια, στοιβαγμένα το ένα πάνω στ’ άλλο, ο αέρας είναι βρόμικος, το ίδιο και το νερό. Εκεί κάτω υπάρχει λίγος χώρος και πολύς κόσμος. Πολύς, πάρα πολύς.

» Τα βιβλία γεωγραφίας εξακολουθούν να διδάσκουν ότι ο κόσμος είναι στρογγυλός, αλλά πρόκειται για ένα τέχνασμα, για να κρύψουν ότι υπάρχουν κάποιοι που είναι από πάνω και άλλοι που είναι από κάτω. Και, κυρίως, αυτοί που είναι από πάνω βρίσκονται εκεί γιατί τους στηρίζουν οι από κάτω», λέει ο Ντουρίτο χτυπώντας μια υδρόγειο σφαίρα, απ’ αυτές που χρησιμοποιούν στα σχολεία για το μάθημα της ημέρας.

Λέει ο Ντουρίτο ότι ο τοίχος και αυτοί που είναι από πάνω έχουν μεγάλο βάρος, και γι’ αυτό αυτοί που είναι από κάτω αγανακτούν, γκρινιάζουν, συνωμοτούν. Λέει ο Ντουρίτο ότι, επιπλέον, το μεγάλο βάρος έχει προκαλέσει μια μεγάλη ρωγμή στον τοίχο.

Λέει ο Ντουρίτο ότι ο νεοφιλελευθερισμός προσπαθεί να επιδιορθώσει τον τοίχο και το χαρμάνι που χρησιμοποιεί είναι η τάξη των πολιτικών.Λέει ο Ντουρίτο ότι οι από κάτω, δηλαδή η μεγάλη πλειονότητα της ανθρωπότητας, προσπαθούν να διακρίνουν μέσα από τη χαραγματιά για να δουν τι είναι αυτό που βαραίνει τόσο και, κυρίως, γιατί πρέπει να υπομένουν αυτό το βάρος.

Λέει ο Ντουρίτο ότι η εξέγερση στον κόσμο είναι σαν μια ρωγμή στον τοίχο: καταρχάς, θέλει να διακρίνει την άλλη πλευρά. Αλλά στη συνέχεια, αυτή η ματιά φθείρει τον τοίχο και τελικά τον κομματιάζει τελείως.

Λέει ο Ντουρίτο ότι η εξέγερση προχωρά πιο μακριά από τη σύγχρονη «αλλαγή». Γιατί η σύγχρονη «αλλαγή» χρησιμοποιεί τη ρωγμή για να γλιστρήσει στην άλλη πλευρά του τοίχου, στην από πάνω, ξεχνώντας, συνειδητά ή ασυνείδητα, ότι δεν μπορούν να περάσουν όλοι από τη ρωγμή. Η «αλλαγή» λοιπόν είναι το πέρασμα στην από πάνω πλευρά, και η νεοφιλελεύθερη δημοκρατία είναι όταν κάποιοι λίγοι βλέπουν, εκπροσωπώντας τους πολλούς, και αυτοί οι λίγοι διηγούνται στους πολλούς αυτό που δεν μπορούν να δουν. «Βέβαια», λέει ο Ντουρίτο, «προσέχουν ιδιαίτερα να μη θίξουν τον λόγο που οι λίγοι είναι από πάνω και οι πολλοί από κάτω. Και, κυρίως, το ζήτημα ότι οι από κάτω στηρίζουν τους από πάνω.

» Η εξέγερση, αντίθετα, προχωρά πιο πέρα. Δεν προσπαθεί να διακρίνει την άλλη πλευρά, ούτε, πολύ περισσότερο, να περάσει σ’ αυτή, αλλά αυτό που θέλει είναι να φθείρει τον τοίχο, μέχρι που να τον κάνει να καταρρεύσει τελικά και, μ’ αυτόν τον τρόπο, να μην υπάρχει ούτε η μία ούτε η άλλη πλευρά, ούτε η πάνω ούτε η κάτω.» 

Και μια και μιλάμε για τοίχους, ένας τοίχος χωρίς γκράφιτι είναι σαν έναν κόσμο χωρίς εξεγερμένους, δηλαδή δεν αξίζει τίποτα», λέει ενώ τον ακολουθεί, χωρίς να τον προλαβαίνει, ένα όχημα με αστυνομικούς, αφού έχει γράψει, με μεγάλα γράμματα και σε όλα τα χρώματα, ένα «ΟΧΙ» στο χαρτί του ημερολογίου της Εξουσίας.


Από τα βουνά του νοτιοανατολικού Μεξικού
Απρίλιος 2003





Πηγή: εξεγερμένος υποδιοικητής Μάρκος, Ιστορίες για τους ανθρώπους του καλαμποκιού, εκδόσεις των ξένων, θες/νίκη 2009











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου